Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

Αγάπη στα Σκουπίδια 38 : Guantanamera

"Μείνετε αχόρταγοι. Μείνετε τρελαμένοι."

Steve Jobs (1955 - 2011)


http://www.youtube.com/watch?v=_eKF1RAeJvk


Στην Βιέννη των 70 s - και αν θυμάμαι καλά στην περιοχή του Stefansdom , υπήρχε ένας τυπος που αγόραζε πουλούσε ή αντάλλασσε μεταχειρισμένους δίσκους . Στα 15 μου, είχα βρεθεί και εγώ εκεί , φορτωμένος oνειρα και ότι άλλο σκατα νόμιζα πως είχα στο κεφάλι μου , αλλά και παλιούς δίσκους ( όλη τη συλλογή του πατέρα μου ) και λίγο μετά επέστρεψα στο σπίτι που με φιλοξενούσαν, κάπου στo πάρκο Schoenbrunn , με ένα αδιόρατο χαμόγελο υπεροχής , καθώς είχα αγοράσει ένα σπάνιο solo album του Rick Wakemann , ένα life των Yes και άλλα διαμάντια που δεν θυμάμαι πια …

Ήταν τότε που ένας αυστριακός φίλος, ένας φιλήσυχος και καθώς πρέπει μαθητευόμενος τορναδόρος ,είχε φύγει κουστουμαρισμένος - φορώντας ένα καφέ μάλλινο κουστούμι - για το Λονδίνο « για να βελτιώσει τα αγγλικά του », όμως εκεί κάτι δεν πήγε καλά , κάποια γνώρισε , πανκεψε και επέστρεψε ξυπόλητος ,φορώντας ότι είχε απομείνει πια από το κουστούμι , σοκάροντας τους φιλήσυχους Βιεννέζους , γράφοντας όπου σταθεί και όπου βρεθεί στους τοίχους της πόλης God Save the Queen “ . …

Μαζί του θα έφερνε το Never mind the bullocks , Ramones , Boomtown Rats , Elvis Costelo, Blondies και κοιτά να δεις άθελα μου βρέθηκα εκεί , στην παρθενογένεση του punk στην Βιέννη , εγώ ένας αμήχανος και λαδωμένος , πατάτα ς , έφηβος , ντυμένος όμως πάντα στην τελευταία μόδα των μεγάλων οάσεων της Αθηνάς της μεταπολίτευσης…

Πίσω στις μέρες μας τώρα - και όπως το σκέπτομαι τώρα , γίνεται όλο και πιο δύσκολο, να αναζητάς την ζεστή ,γλυκιά προσμονή της μελλοντικής ανατροπής και να ψάχνεις νέους συναρπαστικούς δρόμους - άσε που τελικά δεν μπορείς να αναζητάς συνέχεια μια άλλη μέθοδο …Και είναι πάρα πολύ βασικό να μπορείς να υποστηρίζεις τις επιλογές σου κάθε φορά που κάνεις μια (…μου έλεγε πάντα μια καλή φίλη ).

Για παράδειγμα , όταν ο Yukio Mishima εισέβαλε - σε μια επιχείρηση αυτοκτονίας - στο Γενικό Επιτελείο Στρατού στο Τόκιο , έφερνε πίσω του ένα σπουδαίο συγγραφικό έργο και μια ζωή αγώνες και άσκηση - όταν όμως εισβάλλουν στο ελληνικό πεντάγωνο πιλάφια με φραπέδες …- καταλαβαίνετε τι εννοώ ? )


Μόλις ο Γέρος γύρισε σπίτι , κάθισε ανήσυχος μπροστά στο γραφείο του σπιτιού του , μια άσπρη βίλλα που παλιά άνηκε στον Γάλλο στρατιωτικό διοικητή της Καρχηδόνας , και έπιασε το κεφάλι του με τα δυο του χέρια ,

Από το διπλανό παράθυρο έμπαινε ο ήλιος - και αυτός θυμόταν τον Καραμπελιά ένα μεσημέρι στο γραφείο του , όταν πήγε να του πάρει συνεντευξη - ο ήλιος πάλι έμπαινε από το διπλανό παράθυρο - που του ζητούσε να γράψει ένα κείμενο συγκυρίας και καθώς περνούσε η ώρα η ένταση και η προσμονή να ξαναδεί την Αλεξ δυνάμωναν και μια και δεν έβρισκε πια ησυχία - κλείστηκε και στο μπάνιο και έκανε γιόγκικες ανάποδες στάσεις , αλλά φευ όλα ήταν μάταια - πρέπει οπωσδήποτε να φτάσω τα πενήντα σκεφτόταν .

Έβαλε το κινητό επάνω στο σκούρο καφέ μαόνι του γραφείου και το κοίταζε - έβαλε και ήπιε λιγο Black Label και άναψε πουράκι , ενώ ο ήλιος έβγαζε τις τελευταίες φωνούλες τις ημέρας και οι νύχτα πλησίαζε απειλητικά. Και εκείνος φοβόταν , καθώς ήξερε ότι αυτή την ώρα , που η μέρα φεύγει και η νύχτα καταφτάνει μαύρη και απειλητική , είναι το πέρασμα μέσα σε δυο κόσμους, που όπως πιστεύουν οι ινδιάνοι Γιάκι όλα είναι δυνατά .

Η ώρα περνούσε και η μοναξιά του Γέρου μεγάλωνε , στο λευκό σπίτι που χρύσιζε στην αντανάκλαση των αχτίνων του δειλινού που τρομοκρατημένο πάλευε τα τελευταία χρόνια να σταθεί επάνω στο λόφο του Sidibu Said , όπως και ο ίδιος αγωνιούσε τώρα για την ζωή του και το νόημα της .

Ήταν πάντως μια φεγγαρόλουστη νύχτα και το σπίτι βρισκόταν στο μονοπάτι του φεγγαριού - το κατάλαβε καλά , όταν κοιτώντας τυχαία έξω από το παράθυρο την είδε κάτωχρη να χάσκει πάνω από το κεφάλι του ..

Σιωπή τόσο έντονη, που τον έπιασε το κεφάλι του , σιωπή - ή καλύτερα απουσία ηχου και η ίδια βοή που είχε νιώσει εκεί ψηλά ανάμεσα στα μάτια του , λίγο προτού την δει για πρώτη φορά στην αγορά του Μεσογειακού Χωριού.

Τελικά κοιμήθηκε εξαντλημένος κατά τα χαράματα και είδε ένα περίεργο όνειρο .Είδε την Καλλίγραμμη, βρισκόταν σε κάποια μακρινή χώρα και ήθελε να την πλησιάσει για να της εξομολογηθεί …Το πρόσωπο της ήταν βαμμένο άσπρο και στο τέλος της βραδιάς , κάπως έτυχε να ξαπλώσουν δίπλα - δίπλα σε ένα μεγάλο κρεβάτι και την φίλησε . Εκείνη αιφνιδιάστηκε , αλλά ευχαρίστα …

Θυμόταν ακόμα την γλυκιά γεύση από το σφιγμένο από αμηχανία στόμα της..

Και τι γίνονται όλα αυτά τα συναισθήματα , σκεφτόταν μόλις ξύπνησε , που σου στέλνουν τα όνειρα από ένα μικρό άνοιγμα στην ψυχή σου και τι ασυνήθιστα συναισθήματα είναι αυτά που νιώθω , από πού έρχονται και που πηγαίνουν …

Όχι ακόμα φώναξε - θα πεθάνω μόλις φτάσω τα 48 - το υπόσχομαι !

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου